διεσκέδασε

διεσκέδασε
διασκεδάννυμι
scatter abroad
aor ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • διασκεδάζω — (AM διασκεδάννυμι Μ και διασκεδάζω) διασκορπίζω, αποδιώχνω νεοελλ. 1. ψυχαγωγώ, προκαλώ σε κάποιον ευθυμία, ευχαρίστηση 2. ψυχαγωγούμαι, μετέχω σε διασκέδαση αρχ. 1. διαλύω («τὸν στρατὸν διεσκέδασε») 2. εξαφανίζω 3. ( ομαι) (για φήμη) διαδίδομαι …   Dictionary of Greek

  • διεσκέδασ' — διεσκέδασα , διασκεδάννυμι scatter abroad aor ind act 1st sg διεσκέδασο , διασκεδάννυμι scatter abroad plup ind mp 2nd sg διεσκέδασο , διασκεδάννυμι scatter abroad perf imperat mp 2nd sg διεσκέδασε , διασκεδάννυμι scatter abroad aor ind act 3rd… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”